Βρισκόμαστε στην Κάσο, ένα από τα πιο απομακρυσμένα και πιο αυθεντικά νησιά της Ελλάδας. Στα νοτιοδυτικά του Αιγαίου Πελάγους, ανάμεσα στην Κάρπαθο και την Κρήτη, η Κάσος είναι το νοτιότερο των Δωδεκανήσων. Πρώτη φορά πήγα τον Φεβρουάριο του 2015, για να διερευνήσω τις πεζοπορικές της δυνατότητες. Πήραμε με τους συνεργάτες μου Σωτήρη Δήμο και Σπύρο Κίνια μια πτήση από την Κάρπαθο, η οποία διήρκεσε λίγα μόλις λεπτά. Ο καιρός ήταν άστατος, μουντός, κάπως βροχερός θυμάμαι, και καθώς πλησιάζαμε για την προσγείωση, πετούσαμε χαμηλότερα από τους γκρεμούς της βόρειας ακτής του νησιού. Από τα παράθυρα του αεροπλάνου κοιτούσαμε έξω και με το τοπίο που βλέπαμε αναρωτηθήκαμε εάν ζούνε άνθρωποι πάνω σε τούτο τον άνυδρο και άγριο τόπο. Η προσγείωση με τους πλάγιους ανέμους ήταν αρκετά επεισοδιακή. Η ανακούφισή μας που πατούσαμε στέρεο έδαφος δεν κράτησε όμως πολύ…
Σύντομα μπήκαμε στο νοικιασμένο αυτοκίνητο για να βρούμε το σπίτι που θα μας φιλοξενούσε. Ερημιά παντού, ξεβαμμένοι τοίχοι, κλειστά παντζούρια, όλα φαίνονταν γδαρμένα από την αλμύρα. Και άνθρωποι πουθενά. Ειλικρινά κοιταχτήκαμε με τους συνεργάτες μου και ανταλλάξαμε μία μόνο κουβέντα: «Θα βρούμε άραγε μονοπάτια εδώ;».
Μείναμε συνολικά τέσσερις μέρες στο νησί, και τελικά όχι μόνο βρήκαμε μονοπάτια και γνωρίσαμε ανθρώπους, αλλά δεν θέλαμε να φύγουμε κιόλας! Μάλιστα δε, ένα από τα μονοπάτια αυτά το θεωρώ μοναδικό στην Ελλάδα!
Η διαδρομή, που θα σας περιγράψω, είναι μεγάλου μήκους, και δεν περπατιέται σε μία μόνο μέρα. Πρόκειται ουσιαστικά για έναν συνδυασμό επιμέρους μονοπατιών. Μέσα από αυτήν θα γνωρίσουμε ένα μεγάλο τμήμα της Κάσου. Η πορεία μας είναι κυκλική, έχει μήκος περίπου 25 χιλιόμετρα (δύο μέρες πεζοπορίας), και θα κινηθούμε από το Φρυ, την πρωτεύουσα του νησιού, μέχρι τον Άγιο Γεώργιο στις Χαδιές, και από εκεί θα επιστρέψουμε με το φοβερό μονοπάτι που προανέφερα στο Φρυ.
Το Φρυ, είναι ένας ήσυχος οικισμός (όπως όλοι οι οικισμοί της Κάσου άλλωστε). Αποτελείται από δύο λιμάνια, τη Μπούκα, που είναι για ψαρόβαρκες, και το ανοικτό στο βορρά σύγχρονο λιμάνι. Το Φρυ έχει λίγα σπίτια. Εκεί βρίσκεται η εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνος – πολιούχου της Κάσου, το Δημαρχείο του νησιού αλλά και η αρχαιολογική συλλογή Κάσου. Ο οικισμός είναι ουσιαστικά το επίνειο της Αγίας Μαρίνας, οικισμού που θα συναντήσουμε στο τέλος της σημερινής μας διαδρομής. Το σπάνιο όνομά του πιθανότατα προήλθε από το σχήμα φρυδιού που έχει η ακτογραμμή.
Από το Φρυ, περπατάμε ένα μικρό μονοπατάκι, ανάμεσα σε ξερολιθιές, που μας οδηγεί στον Εμποριό. Ο Εμποριός είναι και το παλιό λιμάνι της Κάσου, νησί ξακουστό για τη ναυτική του ιστορία και τη συμβολή του με πλοία στην ελληνική Επανάσταση, πράγμα που το πλήρωσε πολύ ακριβά κατά της «Σφαγή της Κάσου» το 1824. Ο Εμποριός σήμερα έχει λίγα σπίτια, και την πρόσφατα ανακαινισμένη εκκλησία της Παναγιάς, εκκλησίας χτισμένης στα ερείπια παλαιοχριστιανικού ναού.
Από το παλιό λιμάνι, ξεκινάμε ένα ανηφορικό μονοπάτι, ανάμεσα σε αναβαθμίδες, που μας χαρίζει άπλετη θέα προς το πέλαγος, για να καταλήξουμε στον οικισμό της Παναγιάς. Εκεί μπορούμε να θαυμάσουμε κάποια εκπληκτικά ερειπωμένα σπίτια, που μαρτυρούν τον πλούτο των παλαιότερων κατόχων τους, τις εποχές της ακμής του νησιού, όπου λέγεται πως ο πληθυσμός του είχε φτάσει και τις 12.000 ψυχές, σε αντιδιαστολή με τους περίπου 1000 κατοίκους που έχει σήμερα. Αλλά το ιδιαίτερο στοιχείο του οικισμού της Παναγιάς είναι η εκκλησία της, αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Στον περίβολό της βρίσκεται η μαρμάρινη λάρνακα της Οσίας Κασσιανής, με έντονα τα χαρακτηριστικά των σαρκοφάγων πολιτισμού των Λυκείων. Να σημειώσω πως η Οσία Κασσιανή είναι από τις σημαντικότερες Ο ναός, όπως και η λάρνακα έχουν χαρακτηριστεί ιστορικά διατηρητέα μνημεία. Να διαβάσω και λίγα λόγια για την Οσία Κασσιανή, όπως αναφέρονται στην ιστοσελίδα saint.gr, στο λήμμα Οσία Κασσιανή η Υμνογράφος:
«Η Οσία Κασσιανή (ή Κασσία ή Ικασία ή Εικασία) η Υμνογράφος γεννήθηκε μεταξύ του 805 και του 810 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη και έζησε στα χρόνια του βασιλιά Θεοφίλου (829 -842 μ.Χ.).
Όταν μεγάλωσε συνδύαζε τη σωματική ομορφιά με την εξυπνάδα της. Τρεις βυζαντινοί χρονικογράφοι, ο Συμεών ο μεταφραστής (βλέπε 9 Νοεμβρίου), ο Γεώργιος Αμαρτωλός και ο Λέων ο Γραμματικός, αναφέρουν ότι έλαβε μέρος στην τελετή επιλογής νύφης για τον αυτοκράτορα Θεόφιλο, την οποία είχε οργανώσει η μητριά του Ευφροσύνη. Σε αυτή ο αυτοκράτορας επέλεγε τη σύζυγο της αρεσκείας του δίνοντας της ένα χρυσό μήλο. Θαμπωμένος από την ομορφιά της Κασσίας, ο νεαρός αυτοκράτορας την πλησίασε και της είπε: «Ως άρα δια γυναικός ερρύη τα φαύλα» «Από μία γυναίκα ήρθαν στον κόσμο τα κακά [πράγματα]», αναφερόμενος στην αμαρτία και τις συμφορές που προέκυψαν από την Εύα. Η Κασσία, ετοιμόλογη, του απάντησε: «Αλλά και δια γυναικός πηγάζει τα κρείττονα» «Και από μία γυναίκα [ήρθαν στον κόσμο] τα καλά [πράγματα]», αναφερόμενη στην ελπίδα της σωτηρίας από την ενσάρκωση του Χριστού μέσω της Παναγίας.»
Λίγο πιο πάνω στον οικισμό της Παναγιάς, βρίσκονται και οι Έξι Εκκλησιές, που είναι ένα σύμπλεγμα από 6 γραφικά εκκλησάκια χτισμένα κολλητά το ένα δίπλα στο άλλο, μοναδικό νομίζω φαινόμενο στην Ελλάδα.
Η πορεία μας συνεχίζει ανηφορικά, προς το Πόλι, που ήταν η αρχαία πρωτεύουσα του νησιού. Σε ένα σημείο το μονοπάτι έχει λαξευτά στο βράχο σκαλοπάτια, πιθανότατα από τα αρχαία χρόνια, αφού βρίσκεται στην πιο λογική «χάραξη» διαδρομής από την αρχαία πόλη στο λιμάνι του Εμποριού. Στην κορυφή του λόφου που στα ανατολικά του έχει πολύ ψηλούς γκρεμούς, πιο πάνω από τα σπίτια του γραφικού οικισμού βρίσκονται τα δυσδιάκριτα ερείπια της οχύρωσης των κλασσικών χρόνων. Στο ανώτερο δε μέρος, πάλι λαξευτά σκαλοπάτια οδηγούσαν φαίνεται σε κάποιο βωμό. Η θέα από το σημείο είναι πανοραμική. Θυμάμαι πως είχαμε κάτσει ώρα πολλή και κοιτούσαμε τον κάμπο της Κάσου που συγκεντρώνει όλους τους οικισμούς του νησιού.
Είναι το πιο εύφορο μέρος του κατά τα άλλα άνυδρου νησιού. Μια ματιά προς τα πίσω αρκεί για να το αποδείξουμε. Πράγματι, εκεί που κοιτούσα προς τα νότια, προς τα βουνά, είδα κάτι γκρεμούς, και κάθε που υπήρχε μια χαραμάδα γης ανάμεσά τους, έβλεπα αναβαθμίδες. Για να δώσω καλύτερα την εικόνα, οι απόσταση μεταξύ του ενός και του άλλου γκρεμού ήταν δεν ήταν 3 μέτρα.
Από το Πόλι το μονοπάτι μας συνεχίζει προς το Αρβανιτοχώρι, μέσα από μια ευχάριστη διαδρομή στο αρχέγονο αγροτικό τοπίο της Κάσου. Η άφιξη στο Αρβανιτοχώρι θα γίνει από τα ανατολικά, οδηγώντας μας στην πλατεία του χωριού, όπου βρίσκεται και η εκκλησία του Αγίου Δημητρίου.
Από το Αρβανιτοχώρι, αφήνουμε πίσω μας τον πολιτισμό και το εύφορο έδαφος και μπαίνουμε στο άγριο τοπίο της Κάσου. Στόχος μας τώρα η Παναγία η Ποταμίτισσα, χτισμένη σε μια βραχοσκεπή στο μέσο ενός εντυπωσιακού φαραγγιού με το όνομα Σκυλάς. Η πορεία μας μέχρι την Ποταμίτισσα γίνεται κατά μήκος της κοίτης του άνυδρου ποταμού, ο οποίος όμως με δυνατή βροχόπτωση μπορεί να μαζέψει τόσο νερό που να καταστρέψει τα πάντα στο διάβα του μέχρι να βρει τη θάλασσα.
Αφήνοντας την γραφική Ποταμίτισσα, συνεχίζουμε προς τα νότια παίρνοντας κτηνοτροφικά μονοπάτια για να βγούμε από τον Ποταμό.
Εδώ κι εκεί θα δούμε ξερολιθικές κατασκευές, παλιές στάνες, στέρνες χτιστές για να μαζέψουν το νερό της βροχής. Πού και πού ακούγονται και βελάσματα από τα πρόβατα της Κάσου, που μου είχαν κάνει ιδιαίτερη εντύπωση καθώς έχουν κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που τα κάνουν να διαφέρουν από τα συνηθισμένα. Έχουν ένα μάλλινο λοφίο στο κεφάλι τους, λίγο σαν την περίφημη κόμμωση «μοϊκάνα»! Εδώ να αναφέρω πως η κτηνοτροφία στην Κάσο είναι πολύ διαδεδομένη, και μάλιστα το νησί έχει πολλά τυροκομεία εκ των οποίων και ένα πιστοποιημένο! Την εποχή που είχαμε πάει, τα πρόβατα ήταν ελεύθερα στα βουνά, και οι κατσίκες μαντρωμένες. Και αυτό είναι κάτι το οποίο δεν το είχα ξαναδεί!
Η κάπως ορεινή πεζοπορία μας μας φέρνει τώρα στο οροπέδιο Άργος, ένα μέρος αθέατο από θάλασσα, με έναν μικρό εύφορο κάμπο. Στο μέσο του κάμπου βρίσκεται ένας λόφος. Λέγεται πως κάποτε όλη η ζωή της Κάσου διαδραματιζόταν στο οροπέδιο αυτό, αλλά καθώς η πειρατεία σταμάτησε να αποτελεί απειλή, οι κάτοικοι κατέβηκαν προς τη θέση που βρίσκονται τα σημερινά χωριά.
Από το Άργος, παίρνουμε ένα παλιό μονοπάτι, το οποίο έχει σε κάποιο βαθμό καταστραφεί από τον σύγχρονο δρόμο, για να καταλήξουμε στο μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου στις Χαδιές. Οι Χαδιές είναι ένα απομονωμένο μικρό οροπέδιο με παλιές καλλιέργειες και πέτρινες στάνες. Ο Άι Γιώργης στις Χαδιές θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους Άγιους και προστάτες της Κάσου. Η ιστορία του ξεκινάει το 1690 με την εύρεση της εικόνας. Τη σημερινή του μορφή την πήρε το 1902. Το 2016 που ξαναπήγα στην Κάσο είχα την τύχη να παρευρεθώ στο παραδοσιακό κασιώτικο πανηγύρι του Αγίου Γιώργη!
Αφού λοιπόν ξαποστάσουμε στον Άγιο Γιώργη, αρχίζουμε την πεζοπορία μας σε ένα από τα πιο ανεξερεύνητα σημεία της Κάσου. Αυτό που προανέφερα ως ένα από τα πιο μοναδικά μονοπάτια που έχω δει στην Ελλάδα. Με μικρά μονοπατάκια γρήγορα αφήνουμε πίσω μας το εύφορο οροπέδιο για να βρεθούμε σε ένα θεόρατο φαράγγι που προσωπικά μου θυμίζει το Grand Canyon της Αμερικής (σε διαστάσεις Κάσου φυσικά…). Είναι φαρδύ, με την κοίτη ενός ξεροπόταμου στο βάθος και άνυδρες πλαγιές που το ορίζουν. Στο μέσο του φαραγγιού βρίσκονται κάτι λόφοι που έχουν αντισταθεί στη διάβρωση και μοιάζουν με πύργους. Η ησυχία είναι απόλυτη. Πού και πού κάποιο βέλασμα αντηχεί, ή ακούγεται η ηχώ κάποιας πέτρας που κατρακυλάει από τους γκρεμούς.
Στο μέσο της κοίτης, μια διακλάδωση οδηγεί στην παραλία Τριτά, με τη χαρακτηριστική φυσική καμάρα. Εμείς όμως περπατάμε το παλιό μονοπάτι που με θέα το πέλαγος θα μας φέρει πίσω στον πολιτισμό.
Οι πρώτες εκατοντάδες μέτρα είναι πραγματικά συναρπαστικές. Ακούγεται ο παφλασμός των κυμάτων καθώς χτυπούν τα βράχια από κάτω μας. Η θέα είναι απεριόριστη. Το μόνο που θυμίζει πολιτισμό είναι οι εγκαταλελειμμένες πεζούλες κάτω από τις αμέτρητες αστοιβές. Κι εκεί που περπατάμε, ξαφνικά βλέπουμε μπροστά μας ένα γκρεμό. Ένα γκρεμό που εκ πρώτης όψης λες «δεν υπάρχει περίπτωση τώρα να τον διαβώ»! Κι όμως! Την ανησυχία μας διαδέχτηκε η ανακούφιση όταν διαπιστώσαμε πως από τη μία και από την άλλη μεριά της χαράδρας υπήρχαν πέτρινα σκαλοπάτια από μιαν άλλη εποχή. Γρήγορα τα ανεβήκαμε και αμέσως την προσοχή μας τράβηξε μια σκιά στα βράχια που έδειχνε να φεγγίζει από μέσα. Περπατήσαμε προς τα εκεί και διαπιστώσαμε πως η σκιά αυτή ήταν μια τρύπα διαμπερής (περίπου στη διάπλαση του ανθρώπου). Μπήκαμε και συνειδητοποιήσαμε πως ουσιαστικά είχαμε μπει σε μια μικρή σπηλιά από την πίσω πόρτα! Η κανονική είσοδος της σπηλιάς ήταν ένα τεράστιο παράθυρο στο φαράγγι που μόλις είχαμε διασχίσει με τα πέτρινα σκαλοπάτια, με μια προοπτική που παρουσίαζε το φαράγγι από την κορυφή μέχρι τη θάλασσα. Από τα 500 μέτρα υψόμετρο μέχρι το νερό δηλαδή. Αυτό είναι ένα από τα πιο εντυπωσιακά πράγματα που έχω δει σε πεζοπορία, μοναδικό, και τελείως αναπάντεχο.
Από εκεί και πέρα, συνεχίσαμε την πεζοπορία μας που μας οδήγησε διαδοχικά στη Φωκοκαμάρα (μια από τις διάσημες παραλίες της Κάσου με θέα το νησάκι Αρμάθια), ύστερα στην Ελληνοκαμάρα, που ήταν διαχρονικός τόπος κατοίκησης και ιερό, χτισμένο με μεγάλους ισοδομικούς λίθους που κλείνουν την είσοδο μιας βραχοσκεπής, πριν εισέλθουμε στην Αγία Μαρίνα, τον μεγαλύτερο οικισμό της Κάσου, που ήταν και η μεσαιωνική της πρωτεύουσα.
Η Αγία Μαρίνα με όμορφες γειτονιές της έχει επίσης κάποια εντυπωσιακά σπίτια να δει κανείς. Και από εκεί, κατηφορίζουμε ένα όμορφο φαρδύ μονοπάτι που μας οδηγεί πίσω στο σημείο εκκίνησης, στο λιμάνι του Φρυ.
Φοίβος Τσαραβόπουλος
(στα πλαίσια της εκπομπής “Δρόμοι και Μονοπάτια στην Πίστη και στην Ιστορία”, με τον Κώστα Παππά, στον Ραδιοφωνικό Σταθμό της Εκκλησίας της Ελλάδος στις 18 Μαΐου 2020).